Αδυναμία να εφαρμόσουν τα κουβαρνταλίκια της κυβέρνησης με τη δική τους τσέπη έδειξαν μία στις τέσσερις επιχειρήσεις που ελέγχθηκαν από την Επιθεώρηση Εργασίας για τον κατώτατο μισθό. Το 24,44% αυτών των επιχειρήσεων δεν αύξησε τον νόμιμα θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό ή δεν κατέβαλε και τις τριετίες, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να μη λαμβάνουν τις αυξήσεις που θα έπρεπε, μετά την απόφαση του υπουργείου Εργασίας για αύξηση 6,41% από την 1η Απριλίου και το πρόωρο «ξεπάγωμα» των τριετιών. Οι έλεγχοι ήταν στοχευμένοι, αφορούσαν δηλαδή επιχειρήσεις που βάσει της εμπειρίας των ελεγκτών αλλά και των συστημάτων που χρησιμοποιεί η ανεξάρτητη αρχή, είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να διαπιστωθούν παραβάσεις, ενώ είχε διενεργηθεί και προέλεγχος από το σύστημα «Εργάνη». Συνολικά, πραγματοποιήθηκαν έλεγχοι σε 1.170 επιχειρήσεις από τον Μάιο και μετά, και μέσα σε μόλις 4,5 μήνες ανέδειξαν 286 εξ αυτών να μην έχουν συμμορφωθεί με την ισχύουσα νομοθεσία. Ετσι, σε σύνολο 8.518 εργαζομένων, οι 1.949, ήτοι το 22,88% του συνόλου, διαπιστώθηκε πως είχαν χάσει τις αυξήσεις που τους αναλογούν.
Με την παρέμβαση της Επιθεώρησης Εργασίας οι επιχειρήσεις συμμορφώθηκαν, ενώ σε 43 περιπτώσεις επιβλήθηκαν μέχρι και πρόστιμα που ανέρχονται στο ποσό των 49.200 ευρώ. Να σημειωθεί εδώ ότι οι τριετίες αφορούν τον κατώτατο νομοθετημένο μισθό και προσφέρουν αύξηση 10% για κάθε τρία έτη προϋπηρεσίας, που μπορεί να ανέλθει έως το 30% στο ανώτατο επίπεδο. Στο πλαίσιο της ελεγκτικής της δράσης και με στόχο την τήρηση της νομοθεσίας για τον κατώτατο νομοθετημένο μισθό, η Επιθεώρηση Εργασίας ξεκίνησε από το Μάιο του 2024 και συνεχίζει στοχευμένους ελέγχους, αξιοποιώντας δεδομένα από το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη», μέσω της χρήσης ειδικών αναφορών για τις δηλώσεις αναπροσαρμογής των αποδοχών, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.
Η Επιθεώρηση Εργασίας ξεκαθαρίζει πως είναι παράνομο να πληρώνει ο εργοδότης λιγότερο από τον νομοθετημένο ελάχιστο μισθό, γι’ αυτό και οι εργαζόμενοι θα πρέπει, αφού ελέγχουν τις αποδοχές τους, να μιλήσουν με τον προϊστάμενό τους ή τον υπεύθυνο μισθοδοσίας, για να βεβαιωθούν ότι λαμβάνουν την αύξηση του μισθού που δικαιούνται. Επισημαίνει, μάλιστα, πως μπορούν να καταγγείλουν τον εργοδότη τους, εάν υποαμείβονται και τους προτρέπει να επικοινωνούν με το τοπικό Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων της περιοχής τους, καθώς εξετάζεται κάθε καταγγελία που γίνεται. Εφόσον γίνει καταγγελία, οι επιθεωρητές εξετάζουν τις αμοιβές όλου του προσωπικού στον χώρο εργασίας, προκειμένου να μην υπάρχει στοχοποίηση του καταγγέλλοντα, ενώ εάν το επιθυμούν η καταγγελία μπορεί να είναι ανώνυμη.
Εφόσον διαπιστωθεί παράβαση, η ανεξάρτητη αρχή ζητάει από τον εργοδότη να καταβάλει απευθείας τα οφειλόμενα και δεν κλείνει την υπόθεση έως ότου καταβληθούν στο σύνολό τους. Εάν βέβαια δεν υπάρχει συμμόρφωση, τότε επιβάλλει κυρώσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νόμος για τον κατώτατο μισθό ισχύει σε όλη την ελληνική επικράτεια για τους εργαζομένους με σχέση εξαρτημένης εργασίας. Για τους υπαλλήλους ο κατώτατος μισθός ορίζεται στα 830 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες το κατώτατο ημερομίσθιο στα 37,07 ευρώ. Επίσης, σε όσους εργαζόμενους αμείβονται με τον νομοθετημένο μισθό ή ημερομίσθιο, ως χρόνος προϋπηρεσίας αναγνωρίζεται ο χρόνος εξαρτημένης σύμβασης ή σχέσης εργασίας που έχει διανυθεί σε οποιονδήποτε εργοδότη και σε οποιαδήποτε ειδικότητα πριν από τις 14.2.2012 και μετά την 1.1.2024. Για κάθε μία και έως 3 τριετίες καταβάλλεται επιπλέον 10% και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω. Επιπλέον, οι ατομικές και συλλογικές συμβάσεις εργασίας κάθε είδους δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από τον κάθε φορά νόμιμο κατώτατο μισθό.