Το κωμικότραγικό προτζεκτ Kasselakis επιβεβαιώνει, ότι η τέχνη της προπαγάνδας στο πολιτικό πεδίο έχει φανερά πια αλλάξει πίστα
Πλέον δεν μπαίνει καν στον κόπο να επιχειρήσει να φιλοτεχνήσει -για λογαριασμό ενός επίδοξου “ηγέτη”- μία κολακευτική εικόνα με ένα πολιτικό αποτύπωμα ή πρόταγμα ελαχίστων, έστω, αξιώσεων, βρε αδερφέ.
Πλέον, αρκεί μόνη η καταιγιστικά επαναλαμβανόμενη προβολή της εικόνας του προσώπου αυτού καθ’ εαυτό, ενίοτε δε και με αρνητικό πρόσημο!
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, βεβαιωμένα πια, πολύ εύκολα δύναται να εγκλωβισθεί και αιχμαλωτισθεί από τις εντυπώσεις που επάγεται η πρόσληψη της βροχηδόν προβαλλομένης εικόνας.
Άλλωστε, η επίδραση που ασκεί η εμπορική διαφήμιση ως και εν γένει το marketing, ως επιστήμη πια, στην ανθρώπινη ψυχολογία και δη με οργανωμένες τεχνικές παράκαμψης της κριτικής λειτουργίας του νού, είναι βεβαίως πασίγνωστη, αν και υπόγεια, άρρητη και σχεδόν ανεπαίσθητη, με την χρήση της εικόνας, πάντως, να αποτελεί και τον πολιορκητικό κριό για την άλωση της δυνατότητας ανάπτυξης μηχανισμών άμυνας στο πεδίο και αυτής ακόμη της κοινής λογικής.
Ως αποτέλεσμα, η πραγματικότητα υποκαθίσταται στα μάτια μας από τις εντυπώσεις και δη εκείνες που νίκησαν στην μάχη της εικόνας, ώστε περαιτέρω να ατονεί βαθμηδόν και η αίσθηση του πραγματικού, εν όψει της προϊούσας απομείωσης της δυνατότητας κριτικής αποτίμησης των πραγμάτων στην βάση της έλλογης στάθμισης και της άμεσης εμπειρικής πιστοποίησης τους.
Συναφώς, δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι, για πρώτη μάλλον φορά στα παγκόσμια χρονικά του “δημοκρατικού” πολιτεύματος, η ρητορική τέχνη έχει καταλήξει να αποτελεί ένα ελάχιστα κρίσιμο προσόν για την πολιτική σταδιοδρομία ενός ατόμου, πόσω μάλλον και σε κορυφαίες ακόμη θέσεις, πράγμα σχεδόν αδιανόητο και στο πολύ πρόσφατο ακόμη παρελθόν:
Η τέχνη της πειθούς μάς αφορά πολύ λίγο ή και καθόλου.
Τόσο μεν ελάχιστοι πια πολιτικοί, ακόμη και πρώτης γραμμής, διακρίνονται για την ρητορική τους δεινότητα όσο δε και ελάχιστοι πια πολίτες έχουν ενδιαφέρον να πεισθούν για κάτι, με λογικά ή, έστω, λογικοφανη επιχειρήματα. Απόλυτη δηλαδή ισορροπία “σχετικής αγοράς” και καταναλωτών. Τί ποιο εύλογο για μία κοινωνία που δομείται ξεκάθαρα πια όχι ως “πόλις” αλλά ως “αγορά”;
Ως αποτέλεσμα, το τυχόν σχετικό ταλέντο μοιάζει περίπου αδιάφορης χρησιμότητας. Ποιος ο λόγος να καλλιεργηθεί ή, πάντως, να ανιχνευθεί και να αξιοποιηθεί;
Αλλά δημοκρατικό γεγονός χωρίς πειθώ είναι σαν συζήτηση χωρίς διάλογο: ήτοι σχήμα, όχι απλώς οξύμωρο και αντιφατικό · αλλά, απλώς αδιανόητο.
Η πρόσδεσή μας στο άρμα της απόλυτης ιδιοτέλειας και της διανοητικής οκνηρίας, σε συνδυασμό με την πλήρη γλωσσική μας έκπτωση, μάς έχουν μετατρέψει -από φιλοπερίεργους αναζητητές και ελεγκτές ωρίμων απαντήσεων, όπως αρμόζει σε πραγματικούς πολίτες- σε χαζοχαρούμενους καταναλωτές διαφημιζομένων ως ετοίμων λύσεων, βορά στους μπαρουτοκαπνισμένους μάστορες και διαχειριστές των “ψευδαισθητικών” εντυπώσεων και δη εκείνων που επάγεται η κυριαρχία στο πεδίο της εικόνας.
Εξ ού και πλέον δεν υπάρχει δικαιολογημένο περιθώριο ή, πάντως, ζήτηση στο πολιτικό παλκοσένικο για ρήτορες ή ακόμη και για πολιτικούς δημαγωγούς, καθώς αυτοί αξιοποιούν ή, έστω, εκμεταλλεύονται το -υπό διαρκή υποβάθμιση- γλωσσικό γεγονός.
Αρκεί, λοιπόν, ένα πεπειραμένο επιτελείο δεξιοτεχνών της τηλεσκηνοθεσίας και ταχυδακτυλουργών του μοντάζ. Και, βεβαίως, μερικά εξωνημένα μικρόφωνα στην τηλε-περιγραφή.
Κοινώς, μάς παίζουνε για πλάκα.