Μπορεί να γεννήθηκα και να έζησα (και συνεχίζω να ζω) πάνω από τη μισή μου ζωή στο εξωτερικό, σπίτι μου όμως νιώθω την Λάρισα, τον Τύρναβο, το Μεταξά.
Ανθρώπους μου δε νοώ τους κουστουμαρισμένους συναδέλφους που συναντώ σε δεξιώσεις και συνέδρια σε Λονδίνο, Λουξεμβούργο και Βρυξέλλες. Αλλά τους παππούδες στα καφενεία και τα παιδιά στις πλατείες. Πηγαίνω σε εστιατόρια που το πιάτο είναι 5 φορές μεγαλύτερο από το φαγητό, ο σερβιτόρος γυρνάει γύρω από το κεφάλι σου σα μύγα και κάνεις τρεις ώρες να φας δυο μπουκιές από εφτά πιάτα. Προτιμάω όμως τα αρνίσια παϊδάκια σε μια ταβέρνα ενός μικρού χωριού. Ακούω καθημερινά κλασική μουσική, πηγαίνω σε παραστάσεις σε Λουξεμβούργου, Μιλάνο, Παρίσι. Θα βρω όμως δικαιολογία και δε θα απαντήσω θετικά σε πρόσκληση να παραβρεθώ σε έκθεση μοντέρνας τέχνης. Θα προτιμήσω να μείνω σπίτι να δω ποδόσφαιρο. Θα μπορούσε κάποιος να με χαρακτηρίσει χωριατάκι. Δε θα είχε άδικο. Είμαι.
Εγώ λοιπόν το χωριατάκι, μαζί με άλλους πολλούς σαν εμένα, παρακολουθήσαμε την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι και είδαμε, ανάμεσα σε άλλα, την παρέλαση της woke κουλτούρας. Μια προσπάθεια χρησιμοποίησης των Ολυμπιακών Αγώνων, που παρακολουθεί όλος ο πλανήτης, για να περάσει με το στανιό η αποδοχή κάθε λογής διαφορετικότητας. Αλλά είδαμε και κάτι άλλο. Μια προσπάθεια γελοιοποίησης της Χριστιανικής θρησκείας από αυτή τη νέα κουλτούρα. Προσπάθεια αντικατάστασης του «παλιού» από το «νέο», του «παραδοσιακού» από το «μοντέρνο». Και προφανώς είπαμε «ως εδώ».
Όμως ήρθαν οι «στο ένα τσαρούχι στο άλλο λουστρίνι» να μας μαλώσουν. Οι ξενολάτρεις που θα καταπιούν αμάσητο ό,τι τους δώσουν οι «ξένοι πεφωτισμένοι» και τους το πακετάρουν οι «πεφωτισμένοι του Κολωνακίου». «Εξαιρετική η τελετή έναρξης» μας είπαν. «Που να καταλάβετε εσείς οι βλαχοχωριάτες από τέχνη», «πρέπει να ξέρεις καλά το Παρίσι για να το κατανοήσεις», υπονοώντας ότι αυτοί το γνωρίζουν. Είναι οι ίδιοι που θαυμάζουν μια μπανάνα κολλημένη στον τοίχο με ταινία επειδή οι «πεφωτισμένοι» τους είπαν πως είναι υψηλή τέχνη. Οι ίδιοι που θα πληρώσουν κάτι κατοστάρικα (που δεν έχουν) το κεφάλι σε «γκουρμέ» εστιατόριο, όχι γιατί τους αρέσει αλλά για να δείξουν ότι έχουν κοινά με την τάξη των «πεφωτισμένων» και να πάρουν το πατ-πατ στην πλατούλα από αυτούς.
Να νιώσουν ότι ανήκουν εκεί. Οι ίδιοι που θα σου πουν «μα καλά δεν ξέρεις αυτόν;» κοιτώντας σε υποτιμητικά (η μόνη πρέπουσα απάντηση σε κάτι τέτοια είναι «γιατί αυτός με ξέρει;»). Οι ίδιοι που πάνε στο εξωτερικό ένα, άντε δύο ταξίδια το χρόνο και θεωρούν εαυτούς κοσμοπολίτες. Αυτοί λοιπόν τώρα σου λένε «δεν κατάλαβες καλά, δεν ήταν ο τάδε πίνακας ήταν ο δείνα» (ανάθεμα κι εάν τον γνώριζαν αυτόν τον πίνακα πριν τρεις ημέρες). Καταπίνουν αμάσητη τη διαχείριση κρίσης των διοργανωτών, που έχουν δει αστεράκια από τις αποχωρήσεις χορηγών, διότι πολύ απλά: «οι ξένοι πεφωτισμένοι δε μπορεί να κάνουν λάθος και να έχουν δίκιο οι χωριάτες». Κι ας (μισο)απολογήθηκαν οι διοργανωτές, κι ας βγήκαν ακόμα και τα κόμματα της Γαλλικής αριστερά ενάντια, αυτοί επιμένουν.
Να πούμε την αλήθεια. Ναι, υπάρχει προσπάθεια των ελίτ να περάσουν με το στανιό μια συγκεκριμένη κουλτούρα σε βάρος της παλιάς. Εάν σου αρέσει πας μαζί τους. Εάν όχι βρίσκεσαι απέναντι. Το να λες όμως πως όλα είναι στο μυαλό μας επειδή είμαστε «αδαείς χωριάτες» πάει πολύ. Χωριάτες είμαστε, όχι χαζοί. Και να πούμε και μια άλλη αλήθεια. Πως ένας πραγματικά πεφωτισμένος θα φάει μαζί με τον χωριάτη. Θα του μάθει πράγματα που δε γνωρίζει. Δε θα τον κοιτάξει υποτιμητικά. Αλλά θα δεχθεί να μάθει και πράγματα από τον χωριάτη. Διότι ο πραγματικά πεφωτισμένος ξέρει πως δεν κατέχει τα πάντα. Αυτοί που σε νουθετούν, που σε κοιτούν υποτιμητικά δεν είναι πεφωτισμένοι. Χωριάτες που θέλουν να περάσουν για Πολίτες είναι. Για αυτό και κυκλοφορούν κομπορρήμονες, με δανεικά λούστρινα παπούτσια.