Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε την πρώτη θητεία του χαλαρά αλλά γρήγορα η πρωθυπουργία του απέκτησε δυναμικό χαρακτήρα.
Το κόβιντ και η διαχείριση του αλλά και τα γεγονότα του 2020 στον Έβρο δεν άφηναν περιθώρια για εφησυχασμό. Και στα δυο θέματα πέρασε τον πήχη και βάση αυτού έφτασε να απολαμβάνει τεράστια ποσοστά αποδοχής. Η πρώτη τετραετία πέρασε μέσα από κρίσεις στην αντιμετώπιση των οποίων οι πολίτες του βάλανε θετικό βαθμό. Έμελλε όμως άλλα δυο γεγονότα να αλλάξουν άρδην την περπατησιά του. Το πρώτο ήταν το ναυάγιο στην Πύλο. Το δεύτερο ότι οι διπλές εκλογές του 2023 τον ανέδειξαν απόλυτο κυρίαρχο στο εκλογικό παιχνίδι, δίχως αντίπαλο.
Μετά την Πύλο, για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, η κυβέρνηση έγινε πολύ πιο χαλαρή στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Αυτό σημαίνει πως είχαμε αύξηση των εισροών λαθρομεταναστών. Και αυτό αυτόματα σημαίνει αυξημένη εισερχόμενη εγκληματικότητα. Ξεκίνησε δηλαδή να πηγαίνει αντίθετα σε αυτό που ζητούσε η συντηρητική βάση της παράταξης: Κλειστά σύνορα και ασφάλεια στο εσωτερικό. Παράλληλα η απόλυτη εκλογική κυριαρχία οδήγησε σε τρία πράγματα. Πρώτον στο να ξεχάσουν πολλοί στην κυβέρνηση και το Μαξίμου πως δεν κυβερνούν για πάντα. Άρα στο να δημιουργηθεί αλαζονικό κλίμα και συμπεριφορές. Δεύτερον, στο τέλος του φόβου της επιστροφής ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και τρίτο και κυριότερο, σε ένα μεγάλο στρατηγικό σφάλμα. Την αποκοπή από τη συντηρητική βάση για τα μάτια άλλων εκλογικών κοινών.
Κατά την πρώτη τετραετία ο Κυριάκος Μητσοτάκης ισορρόπησε καλά ανάμεσα στη συντηρητική βάση της παράταξης και τον φιλελεύθερο/κεντρώο εαυτό του. Μπορεί να έκανε κάποιες κινήσεις που δυσαρεστούσαν τους συντηρητικούς ψηφοφόρους αλλά έκανε κι άλλες που τους έφερνε πιο κοντά του (πχ εξοπλιστικά). Μπορεί να ανοίχτηκε προς άλλα ακροατήρια αλλά το έκανε με προσοχή, δίχως να αφήνει το ένα πόδι από τη βάση. Το σφάλμα να πιστέψουν πως οι συντηρητικοί ψηφοφόροι είναι δεδομένοι το κάλυπτε το φόβητρο μιας επιστροφής ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία μέσω απλής αναλογικής που δεν άφηνε περιθώρια στους συντηρητικούς ψηφοφόρους ΝΔ να λοξοκοιτάξουν το 2023.
Όμως η αλαζονεία της εξουσίας (του ΤΙΝΑ) και το κενό επιλογής εξουσίας που είχε δημιουργηθεί σε εκλογικά κοινά μετά την κατάρρευση ΣΥΡΙΖΑ οδήγησε το Μαξίμου στο μεγάλο στρατηγικό του σφάλμα. Να βάλει στην ίδια ζυγαριά πιστούς ψηφοφόρους και ψηφοφόρους «της μιας βραδιάς». Δηλαδή ψηφοφόρους που μπορεί να σε ψηφίσουν στη μια εκλογική αναμέτρηση και όχι στην επόμενη. Και δεν ήταν μόνο αυτό, αλλά θεώρησαν πως επειδή δεν είχαν αντίπαλο θα είχαν το χρόνο να αποκοπούν από τη συντηρητική βάση και να δημιουργήσουν μια νέα βάση πάνω στους «ψηφοφόρους της μιας βραδιάς». Να μεταλλάξουν δηλαδή το κόμμα από συντηρητικό σε ένα μοντέρνο κοινωνικά προοδευτικό. Να καλύψουν δηλαδή το κενό εξουσίας που άφηνε ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ που δεν μπορούσε να αναστηθεί. Και εάν έφευγαν και κάποιοι συντηρητικοί ψηφοφόροι, ε δεν θα συνέβαινε και κάτι ιδιαίτερο αφού θα είχαν αντικατασταθεί. Πήραν το ρίσκο βασιζόμενοι στην υπόθεση πως δε θα βρισκόταν γρήγορα εναλλακτική.
Από εκεί που συζητούσαμε για ηγετικό ρόλο της Ελλάδας στη Μεσόγειο και στην ΕΕ φτάσαμε να μη μπορούμε να πούμε λέξη στον Ράμα και στους Σκοπιανούς. Από το «No jets for Turkey» και το «ο Έβρος δεν πέφτει» περάσαμε στο σύμφωνο φιλίας ενώ κοιτάμε τις προκλήσεις να περνούν. Ταυτόχρονα, όπως γράφτηκε πιο πάνω, οι μεταναστευτικές ροές και η εγκληματικότητα αυξάνονταν. Παράλληλα, η εντελώς κοντόφθαλμη απόφαση για την golden visa ισοπέδωνε τη στεγαστική αγορά, η ακρίβεια κάλπαζε, ενώ νέες αριστερόστροφες πολιτικές αποφάσεις χτυπούσαν τη ραχοκοκαλιά της παράταξης, τους ελεύθερους επαγγελματίες. Τέλος, ο «με το στανιό» τρόπος με τον οποίο πέρασε το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια ήταν σοκαριστικός. Το 70% και πλέον των πολιτών που διαφωνούσε βαφτίστηκαν οπισθοδρομικοί, χριστιανοταλιμπάν, ψεκασμένοι. Όλα αυτά μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο.
Από τη στήλη αυτή, της οποίας το σημερινό είναι το τελευταίο άρθρο, είχαμε προειδοποιήσει πως το Μαξίμου οδηγεί τη Νέα Δημοκρατία σε ολισθηρά μονοπάτια. Πως δε μπορείς να αντικαταστήσεις πιστούς με «ψηφοφόρους μιας βραδιάς», πως οι δεύτεροι θα χρησιμοποιήσουν τη ΝΔ ως υποκατάστατο και όταν ξαναβρεθεί το ορίτζιναλ θα επιστρέψουν σε αυτό. Δίχως δεύτερη σκέψη.
Ένα χρόνο και κάτι μετά τον εκλογικό θρίαμβο της ΝΔ στις διπλές εκλογές το κυβερνών κόμμα βρίσκεται σε ποσοστά πέριξ του 25%. 28% κατέγραψε στις ευρωεκλογές και παρόλο που οι αναλυτές του Μαξίμου έλεγαν πως σε βουλευτικές εκλογές τα πράγματα είναι διαφορετικά (ισχύει) και πως θα ανακάμψει δημοσκοπικά, δεν ανέκαμψε. Οι πιστοί συντηρητικοί ψηφοφόροι αποχώρησαν σε σημαντικό βαθμό (για πόσο θα ανέχονταν τις «απιστίες» του Μαξίμου;) και δεν ξαναγυρίζουν, τουλάχιστον με την παρούσα ηγεσία και εκτός περιπτώσεως trigger event. Ο πρωθυπουργός πέφτει συνεχώς στις θετικές γνώμες, ενώ λιγοστεύουν και όσοι πιστεύουν πως η χώρα πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Το πρωθυπουργικό ΤΙΝΑ (There Is No Alternative) έχει ρωγμές και ο κανένας πλέον κυριαρχεί. Και δεν θα αργήσει η στιγμή που ο κανένας θα αποκτήσει όνομα.
Το πόσο γρήγορα θα συμβεί αυτό θα εξαρτηθεί από τις εκλογές στο ΠΑΣΟΚ και το τι θα ακολουθήσει αυτές. Εάν έχουμε αλλαγή ηγεσίας με πιο αριστερόστροφο ηγέτη τότε θεωρώ πως γρήγορα μεγάλο κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ θα ενωθεί με το ΠΑΣΟΚ και θα δημιουργηθεί το αντίπαλο δέος. Ας μην έχουν αυταπάτες στο Μαξίμου πως θα επιστρέψουν οι συντηρητικοί ψηφοφόροι επειδή θα δημιουργηθεί νέο φόβητρο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει καταφέρει μέσα σε ένα χρόνο να κάνει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους να θεωρούν πως δεν έχει διαφορές σε σημαντικά για αυτούς ζητήματα με κεντροαριστερά κόμματα. Γιατί να επιστρέψουν; Εάν από την άλλη δεν έχουμε αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ τότε ενδεχομένως να δημιουργηθούν νέοι πολιτικοί σχηματισμοί και να πάρει περισσότερο χρόνο να «βαπτιστεί» ο κανένας. Όπως και να έχει το δεδομένο είναι ένα: Οι ψηφοφόροι της μιας βραδιάς θα αποχωρήσουν μόλις βρεθεί κυβερνητική εναλλακτική. Δεν είναι ότι δε θα προλάβει να τους κάνει πιστούς ψηφοφόρους η ΝΔ. Από την εκλογική φύση τους δεν είναι πιστοί. Και όταν αυτό συμβεί η ΝΔ δε θα έχει τη συντηρητική της βάση να κουρνιάσει. Διότι αυτήν την έδιωξαν οι πολιτικές του Μαξίμου. Σύντομα λοιπόν θα παρακολουθήσουμε την αποκαθήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όταν έρθει η ώρα εκείνος θα αποφασίσει εάν θα την κάνει μόνος του ή εάν θα αφήσει τον λαό να το πράξει. Θεωρώ πρέπον το δεύτερο, πιστεύω πως θα κάνει το πρώτο.
Εξαιρετική ανάλυση.